
Σχεδόν όλοι συγχέουν τα «επείγοντα» θέματα του αγροτικού κόσμου με τα «ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ» και, τώρα τελευταία, με τα διαδικαστικά της αστικής μας δημοκρατίας.
Όσα συμβαίνουν, συμβαίνουν και αντιμετωπίζονται με βάση την ηθική μας (για όσους έχουν…) και την ελληνική νομοθεσία, ενώ για αυτά κρίνουν τα δικαστήρια. Ηθική είναι το σύνολο των κανόνων για την επιβίωση μιας κοινωνίας. Οι νόμοι εκφράζουν τη δυναμική μιας κοινωνίας σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο και αλλάζουν από τους εκλεγμένους βουλευτές με τον ίδιο τρόπο που θεσπίζονται. Εάν κάποιοι νόμοι δεν μας εκφράζουν, τους αλλάζουμε, αλλά δεν νοείται να παρανομούμε ή να κινούμαστε ενάντια στους συμφωνημένους και ψηφισμένους νόμους, όσο περίεργοι κι αν μας φαίνονται. Οι νόμοι αλλάζουν. Ακόμη και το θεμελιώδες Σύνταγμα έχει διαδικασίες αλλαγής, αλλά δεν επιτρέπεται να κινούμαστε διαφορετικά από τη νομοθεσία.
Τα επείγοντα λύνονται με μερικά χρήματα — ακόμη και με 3,7 δισ. € — και όλοι εμφανίζονται ικανοποιημένοι και «νικητές». Όμως η επίλυση είναι προσωρινή και το πρόβλημα θα επανεμφανιστεί σύντομα. Ένα «πονηρό» μυαλό θα μπορούσε να σκεφτεί ότι, όταν τίθενται ζητήματα που μπορούν να λυθούν εύκολα με «λεφτά», ίσως να υφέρπει συμπαιγνία όπου όλοι βγαίνουν «κερδισμένοι». Όλοι εκτός από το μέλλον της αγροτικής παραγωγής. Όλοι εκτός από το μέλλον της Ελλάδας και των Ελλήνων.
Επείγοντα, που τα βιώνουν καθημερινά όλοι οι αγρότες, είναι οι τιμές των αγροτικών προϊόντων, ο όγκος παραγωγής, η ασφάλιση και η αποζημίωση της παραγωγής, το κόστος των εισροών (ενοίκια, λιπάσματα, σπόροι, καύσιμα, ζωοτροφές, φάρμακα κ.λπ.), η φορολόγηση, οι υπηρεσίες, οι μεταφορές, οι επιδοτήσεις κ.ά.
Τα ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ είναι θεσμικά, απαιτούν συμφωνία όλων των εμπλεκομένων και εθνική στρατηγική για την επιβίωση της κοινωνίας, και αυτό δεν είναι εύκολα ορατό. Ίσως το σημαντικότερο ελληνικό πρόβλημα για τη «συμφωνία» να είναι η διαδικασία εκπροσώπησης των αγροτών, σύμφωνα με την αναγνωρισμένη έννομη τάξη.
ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ είναι: το Αγροτικό Σύμφωνο 2040, οι Σταθερές Χρήσεις Γης, τα Αγροτικά Σχολεία Μαθητείας, η υποστήριξη της αγροτικής επιχειρηματικότητας με Αγροτικά Επιμελητήρια, καθώς και η ανάγκη για ένα think tank αγροτών που θα παράγει ουσιαστικές και εφικτές λύσεις.
Το 2020 ο Φώτιος Βακάκης, Δρ. Γεωπόνος – Γεωργοοικονομολόγος, κατέγραψε την «Ανάγκη αντιμετώπισης των συνεπειών της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και εκείνων της πανδημίας του κορονοϊού, ως ΕΥΚΑΙΡΙΑ στρατηγικού σχεδιασμού αξιοποίησης του μεγάλου δυνητικού παραγωγικού δυναμικού της ελληνικής γεωργίας», όπου περιέγραψε την ανάγκη αποφασιστικής θεσμικής συμμετοχής των αγροτών στον στρατηγικό σχεδιασμό (που ακόμη παραμένει επιθυμία) και στη διαμόρφωση ενός συμφωνημένου σχεδίου Ελληνικής Αγροτικής Πολιτικής, καθώς και τη συμμετοχή τους στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης.
Το 2022 η κα Μάγδα Κοντογιάννη, κτηνοτρόφος και Γραμματέας του Κτηνοτροφικού Συλλόγου Περιφέρειας Αττικής, κατέγραψε — μετά από διαβούλευση με φορείς της Αττικής — το «Αγροτικό Σύμφωνο 2040», που συνέβαλε στο Rural Pact 2040 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στη διαμόρφωση αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι απολύτως σαφές ότι ένα σχέδιο αναζωογόνησης της ελληνικής υπαίθρου και του αγροτικού τομέα απαιτεί ελάχιστο χρονικό ορίζοντα (μέχρι το 2040), ώστε να εκπαιδευτούν τα παιδιά του Δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου και να αποφοιτήσουν οι νέοι επιστήμονες από τα πανεπιστήμια.
Και ενώ η απαράδεκτη αβελτηρία και η αναποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης (στην ευλογιά, στον Daniel, στον ΟΠΕΚΕΠΕ, στις εφαρμοστικές αποφάσεις αποζημίωσης κ.λπ.) δεν τακτοποίησε οικονομικά τους πληγέντες κτηνοτρόφους και κατέστησε την επιβίωση επείγον ζήτημα, το ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ παραμένει ότι χωρίς Σταθερές Χρήσεις Γης για την παραγωγή τροφής δεν υπάρχει κανενός είδους μέλλον για τους αγρότες, είτε γεωργούς είτε κτηνοτρόφους.
Ο αγρότης είναι εκ φύσεως φροντιστής του περιβάλλοντος και από κάθε κύκλο αφαιρεί την τροφή που δεν είναι απαραίτητη για την ισορροπία του. Ο ρόλος του στην επισιτιστική επάρκεια και αυτάρκεια είναι εξαιρετικά ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΣ και αποτελεί υποχρέωση κάθε κυβέρνησης. Χωρίς σταθερές χρήσεις γης, ο αγρότης δεν μπορεί να ανταγωνιστεί το real estate, τα φωτοβολταϊκά, ούτε την εξαντλητική βιομηχανοποίηση και άλλες χρήσεις γης.
Στη σύγχρονη κοινωνία της γνώσης, οι Έλληνες αγρότες παραμένουν «ξυπόλυτοι και ξεσκέπαστοι», καθώς μόλις 0,6% των αρχηγών αγροτικών εκμεταλλεύσεων διαθέτουν κάποιας μορφής αγροτική εκπαίδευση (έναντι 62% των Ολλανδών). Η πολιτεία — διαχρονικά όλα τα κόμματα — έχει αφήσει τους αγρότες ανοχύρωτους και ανίκανους να λαμβάνουν ορθές αποφάσεις για το μέλλον τους. Η συστηματική έλλειψη Αγροτικών Σχολείων Μαθητείας τους στερεί δεξιότητες, διαφανείς διαδικασίες, οργανωμένες συλλογικές δομές και τους αφήνει έρμαια ισχυρών φωνών ή οργανωμένων μειοψηφιών.
Πέραν τούτων, οι αγρότες στην Ελλάδα ήταν παλαιότερα κομματικά κατακερματισμένοι: σε ΣΥΔΑΣΕ (ΝΔ), ΓΕΣΑΣΕ (ΠΑΣΟΚ) και ΠΑΣΥ (ΚΚΕ). Σήμερα ο αγροτικός συνδικαλισμός δεν διαθέτει ενιαίο τρόπο συλλογικής εκπροσώπησης ως αγρότες (γεωργοί, κτηνοτρόφοι, αλιείς και δασοκόμοι) ούτε ως κοινωνικοί εταίροι, ούτε μετέχουν θεσμικά με εκλεγμένους εκπροσώπους.
Ο αγρότης είναι η επιτομή της επιχειρηματικότητας, εάν επιχειρηματικότητα σημαίνει διάθεση για δράση με μεγάλες αβεβαιότητες. Η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα υποστηρίζεται θεσμικά από τα Επιμελητήρια. Με ένα ιδιότυπο επιχειρηματικό-κοινωνικό bullying, δεν υπάρχουν έως σήμερα Αγροτικά Επιμελητήρια.
Όλοι οι σοβαροί θεσμοί διαθέτουν ομάδα προβληματισμού και τεκμηρίωσης, ένα think tank. Οι αγρότες δεν έχουν τέτοια δομή για σύνθεση και τεκμηρίωση πραγματικά εφικτών λύσεων. Ένα think tank θα μπορούσε να αποτελείται από κατ’ επάγγελμα αγρότες που βιοπορίζονται από το αγροτικό εισόδημα και αντιλαμβάνονται την ανάγκη επιστημονικών, εφαρμόσιμων προτάσεων — τόσο για τα επείγοντα όσο και για τα σημαντικά θέματα.
Τα προβλήματα του αγροτικού τομέα διευρύνονται, μεταξύ άλλων, λόγω ισχυρής έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ αγροτών και δημόσιας διοίκησης, προβλημάτων υφαρπαγής πόρων και ελλιπούς συμμετοχής στη διαβούλευση για τη νέα ΚΓΠ–CAP.
Σε καθαρά πολιτικό επίπεδο, ένας ψύχραιμος παρατηρητής θα μπορούσε να διαπιστώσει προσπάθεια υποταγής των αυτάρκων αγροτών από τα συστήματα εξουσίας. Ο αγρότης, ως αυτάρκης, δεν είναι εξαρτώμενος. Η ανάγκη του πολιτικού συστήματος να «καθυποτάξει» τους αγρότες στις πολιτικές κατηγοριοποιήσεις «εφηύρε» τις επιδοτήσεις, καθιστώντας τους εξαρτώμενους από το κομματικό σύστημα. Ίσως ένα πολύ σημαντικό ζήτημα να είναι η απεξάρτηση από το σύστημα άμεσων επιδοτήσεων.
Το 1984 η Νέα Ζηλανδία κατάργησε τις άμεσες αγροτικές επιδοτήσεις, οι οποίες κάλυπταν έως και το 40% του αγροτικού εισοδήματος. Το πέτυχαν, και η Ενιαία Αγροτική Συνομοσπονδία τους εξέδωσε το βιβλίο «Αγρότες ευτυχείς χωρίς επιδοτήσεις». Να μην υπάρξει σύγχυση: μιλάμε για τις άμεσες επιδοτήσεις, όχι για τη στήριξη του αγροτικού εισοδήματος, τις έμμεσες ενισχύσεις (έρευνα, χρηματοδότηση, μεταφορές κ.λπ.), την αγροτική ανάπτυξη ή τη στήριξη της παραγωγής.
Για την καταγραφή:
Δημήτρης Μιχαηλίδης – 6998282382 – ΑγροΝέα, AgroBus







