koinonikiOikonomia_oct12.jpg

 

Στο πέρασμα από τη 2η στην 3η βιομηχανική επανάσταση η εργασία όπως την ξέραμε τελειώνει. Η εργασία επινοείται ξανά σε νέα πεδία. Πολλοί θα αναγκαστούν να γίνουν εργοδότες του εαυτού τους πέραν της μισθωτής εργασίας, αναφέρει ο κ. Βασίλης Τακτικός.

Είμαστε σε μια ιστορική καμπή, όπου λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης υπάρχει και η λεγόμενη τεχνολογική ανεργία, καθώς ολοένα και περισσότερο στενεύουν τα περιθώρια δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας από τους εργοδότες, στους οποίους ανήκουν κατά κύριο λόγο η αγορά και το κράτος. Κι αυτό βέβαια έρχεται σε αντίθεση με την παγιωμένη αντίληψη ότι κάθε τεχνολογική πρόοδος αναπτύσσει τη ζήτηση για εργαζόμενους. Το γεγονός ότι η βιομηχανική επανάσταση εκτόξευσε τη μισθωτή εργασία δεν σημαίνει ότι με την περαιτέρω αυτοματοποίηση, τη ρομποτική και την πληροφορική θα έχουμε την ίδια τάση. Αντίθετα, με τη νέα τεχνολογική επανάσταση αναμένεται πλήρης ανατροπή.

Μια άλλη διάσταση ανατροπής είναι η αμφισημία της εποχής και του συστήματος. Από τη μια μεριά, ο μεγάλος ανταγωνισμός στο κυνήγι του κέρδους μειώνει το ποσοστό κέρδους, ενώ, από την άλλη, η τεχνολογική καινοτομία, η αυτοματοποίηση και η πνευματική ιδιοκτησία εξασφαλίζουν υψηλή κερδοφορία για το κεφάλαιο, που αγοράζει, επενδύει στις καινοτομίες και κατέχει πατέντες.

Αυτό το γεγονός φέρνει σε αντίθεση τις δυνάμεις της 2ης με της 3ης  βιομηχανικής επανάστασης και στον χώρο του κεφαλαίου και της εργασίας. Μια εσωτερική σύγκρουση που αλλάζει τα δεδομένα στο πεδίο της εργασίας.

Σε όλη την περίοδο που χαρακτηρίζεται από τη βιομηχανική εποχή είχαμε αλματώδη ανάπτυξη της απασχόλησης με τη μορφή της μισθωτής εργασίας. Αυτό συνέβη με τη βιομηχανοποίηση της παραγωγής όταν οι εργοδότες κεφαλαιούχοι με κίνητρο το κέρδος δημιουργούσαν επιχειρήσεις προσλαμβάνοντας σε μεγάλη έκταση εργαζόμενους και υπαλλήλους. Η μισθωτή εργασία ήταν προϋπόθεση για τα κέρδη των επιχειρήσεων και τα κέρδη προϋπόθεση για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας από τους εργοδότες, διαπιστώνει ο κ. Τακτικός.

Όταν τα κέρδη πλέον δεν προκύπτουν από αυτή τη σχέση αλλά για ένα μέρος του μεγάλου κεφαλαίου βγαίνουν κυρίως από αυτοματοποιημένους κλάδους, τις χρηματαγορές και τις τράπεζες, με ελάχιστους εργαζόμενους και περιορισμένη γραφειοκρατία, τότε οι εργοδότες στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίοι  αντικειμενικά δημιουργούν ένα σημαντικό μέρος των  θέσεων εργασίας, χάνουν το κίνητρο να επιχειρούν.

Τα στοιχεία που έχουμε για την Ελλάδα την τελευταία δεκαετία είναι ότι το 1/3 των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έκλεισαν ως μη βιώσιμες και δεν πρόκειται να αναπληρωθούν από την αγορά στο ορατό μέλλον. Το κράτος, επίσης, με συρρικνωμένη φορολογική βάση και έσοδα, όχι μόνο δεν μπορεί να επεκτείνει τις προσλήψεις αλλά δεν μπορεί ούτε καν να τις διατηρήσει στο ίδιο επίπεδο, καθώς αναγκαστικά διαχειρίζεται λιγότερους πόρους και έχει να καλύψει περισσότερες ανάγκες στην κοινωνική πολιτική και στα κοινωνικά επιδόματα.

Επομένως γεννάται το ερώτημα ποιος τομέας της οικονομίας θα καλύψει αυτό το κενό στην προσφορά και τη ζήτηση νέων θέσεων εργασίας και με ποιο τρόπο. Με ποιο τρόπο θα δημιουργηθεί εισόδημα γι’ αυτούς που έχουν αποκλειστεί από την αγορά και το κράτος.

Η απάντηση για τις πιο προηγμένες οικονομίες της Δύσης υπάρχει και έχει δοθεί. Είναι ο τρίτος μη κερδοσκοπικός τομέας. Η κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία. Οι καταναλωτικοί και παραγωγικοί συνεταιρισμοί. Ο αναδυόμενος τομέας που στην Ευρώπη, την Αμερική αλλά και την Κίνα καταλαμβάνει σήμερα το 10% περίπου της οικονομικής δραστηριότητας.

Μα, θα πει κανείς, οι συνεταιρισμοί, που είναι ο βασικός άξονας των κοινωνικών επιχειρήσεων, δεν είναι κάτι καινούργιο και ότι είναι μια ιστορία δύο αιώνων, υπήρξαν καθ’ όλη τη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης, ωστόσο έπαιξαν έναν δευτερεύοντα ρόλο στην ανάπτυξη. Πράγματι, αναπτύχθηκαν στη σκιά των μεγάλων εταιριών, οι οποίες  είχαν μεγαλύτερη δυνατότητα στη  συγκέντρωση κεφαλαίου και επιχειρηματική ευελιξία να αντέξουν στον ανταγωνισμό. Αλλά τώρα το κέρδος σε πολλές συμβατικές επιχειρήσεις εκμηδενίζεται και κάποιες από αυτές είναι αναγκασμένες να βάλουν λουκέτο ή να κάνουν clusters (συμπράξεις) για να επιβιώσουν.

Έτσι,  οι συνεταιρισμοί έρχονται ξανά στην επικαιρότητα ως αναγκαία συνθήκη, καθώς μπορούν να λειτουργήσουν σε οικονομία κλίμακας, με ελάχιστο ή καθόλου κέρδος, προσφέροντας όμως ως κίνητρο εισόδημα και μειωμένες τιμές στα μέλη τους και στους καταναλωτές. Η ειδοποιός διαφορά λοιπόν είναι ότι τα μέλη είναι ταυτόχρονα οι ίδιοι επενδυτές και καταναλωτές, καταργώντας έτσι τη διαμεσολάβηση. Ο περιορισμός και η κατάργηση της διαμεσολάβησης είναι και το ισχυρό χαρτί των κοινωνικών συνεταιρισμών προς το μέλλον. Καθιστούν βιώσιμες τις κοινωνικές επιχειρήσεις εκεί που οι μικρομεσαίες ιδιωτικές δεν μπορούν να είναι για λόγους ανταγωνισμού π.χ. στον τομέα της εστίασης, της βοήθειας στο σπίτι, για συντηρητές, κηπουρούς, μεταφορείς, τεχνικούς υπολογιστών.

Και ο κ. Τακτικός επισημαίνει ότι οι ενεργειακοί συνεταιρισμοί, οι οικοδομικοί και οι καταναλωτικοί, προσφέρουν σήμερα ισχυρά κίνητρα επιχειρηματικότητας αυτοδιαχείρισης και πρόσθετες θέσεις εργασίας. Μέσα από αυτή τη διαδικασία και τους συνεργατικούς θεσμούς μπορούν να γίνουν επιχειρηματίες οι ενωμένοι καταναλωτές, τα μέλη μιας ολόκληρης κοινότητας. Μπορούν να γίνουν επιχειρήσεις πολιτιστικοί φορείς και ανθρωπιστικά κοινωφελή ιδρύματα. Μπορούν να ενεργοποιήσουν ανενεργούς πόρους, κτίρια, εγκαταλελειμμένες εγκαταστάσεις, σχολάζουσες γαίες, κοινόκτητους χώρους, δάση, δενδρώνες κ.ά. Μπορούν να οργανώσουν τους ανενεργούς ανθρώπινους πόρους, προσφέροντας κοινωνικές υπηρεσίες στον χώρο της διατροφής, της υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών. Μπορούν να δώσουν απασχόληση σε ανειδίκευτους για βοήθεια στο σπίτι.

Όλες αυτές οι παραδοσιακές αλλά και αναγκαίες εργασίες στην καθημερινότητα, επειδή δεν έχουν το κίνητρο και τον αυτοματισμό του κέρδους, χρειάζονται θεσμική οργάνωση. Κοινωνική και πολιτική υποστήριξη για να ευδοκιμήσουν. Η ψηφιακή εργασία στο σπίτι διευκολύνει όλη αυτή τη γονιμοποιό διαδικασία στη δημιουργία απασχόλησης. Γι’ αυτό, όταν μιλάμε για ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και ενίσχυση της απασχόλησης μέσω αυτής, τίθεται ως προϋπόθεση η ύπαρξη ενός «οικοσυστήματος» για την κοινωνική οικονομία, που εννοείται ως θεσμικό ευνοϊκό περιβάλλον για να αναπτυχθεί. Δεν είναι αναγκαία μόνο η κατάλληλη νομοθεσία για τις κοινωνικές επιχειρήσεις αλλά κυρίως οι πόροι, η πολιτική, τα οργανωτικά πρότυπα και η οργανωτική συνεργατική κουλτούρα που συνιστά το θεσμικό περιβάλλον. Να συμμετέχει σε αυτό το περιβάλλον όλη η κοινότητα με την ιδιότητα του παραγωγού και του καταναλωτή ταυτόχρονα χωρίς τη διαμεσολάβηση του εμπορίου. Αξιοποιώντας το κοινωνικό κεφάλαιο των δικτύων και τον εθελοντισμό. Αξιοποιώντας την κοινή πολιτιστική κληρονομιά και τους κοινόκτητους χώρους. Αξιώνοντας από το πολιτικό σύστημα τους πόρους που αρμόζουν για τον τρίτο τομέα της οικονομίας.

Η ευθύνη είναι βέβαια στην ίδια την κοινωνία και στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών να αναδείξουν το πνεύμα του συνεργατισμού, που γεννά θέσεις εργασίας συνεργαζόμενες μεταξύ τους στο πλαίσιο clusters (συμπράξεων), ώστε να είναι σε θέση να κινητοποιήσουν ικανούς πόρους και να παράγουν περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες για τις πιο αδύναμες κοινωνικές ομάδες. Αντικειμενικός σκοπός είναι βέβαια να προστατευτούν αυτές οι κοινωνικές ομάδες, και ιδιαίτερα των νέων, από τον οικονομικό-εργασιακό αλλά και τον κοινωνικό αποκλεισμό.

Το πρόβλημα για την κοινωνική οικονομία δεν είναι να εκπαιδεύσει τους νέους ανέργους σε νέες ειδικότητες για να βρουν εργασία εκεί που υπάρχει συνωστισμός για λίγες προσφερόμενες θέσεις, οι οποίες ούτως ή άλλως προσφέρονται από την αγορά εργασίας, αλλά να δημιουργήσει νέες θέσεις εκεί που υπάρχουν πραγματικές ανάγκες, όπως στον τομέα της αγροδιατροφής, της υγείας, της πληροφορίας και του πολιτισμού.

Υπάρχουν πολλά πετυχημένα παραδείγματα, όπως στον αγροτουρισμό, τον οικοτουρισμό, στην Κοινωνικά Υποστηριζόμενη Γεωργία και την πολιτιστική επιχειρηματικότητα, που έδωσαν ώθηση στην τοπική κοινωνία για τοπική αυτάρκεια. Όπως υπάρχουν και οι κοινότητες του διαδικτύου που κατέληξαν σε κοινωνικές επιχειρήσεις διαχείρισης λογισμικού.

Τα μεμονωμένα παραδείγματα δεν συνιστούν όμως τη λύση στο γενικό πρόβλημα της ανεργίας των νέων. Χρειάζεται μια ολιστική προσέγγιση της δημιουργίας θέσεων εργασίας από τις κοινωνικές επιχειρήσεις. Κι αυτό καθιστά αναγκαίο ένα θεσμικό πλαίσιο και πόρους για να αναπτυχθούν αυτές οι επιχειρήσεις. Η Ε.Ε. έχει σχετικές πολιτικές και οδηγίες και η αντίληψη αυτή πρέπει να περάσει και προς τα κάτω, στις Περιφέρεις και στην τοπική αυτοδιοίκηση.

Στην Ελλάδα οι Περιφέρειες έχουν κοινοτικούς πόρους για την κοινωνική οικονομία που τους εκτρέπουν σε άλλους τομείς της οικονομίας. Από το υπουργείο Εργασίας επιδοτούνται κυρίως κατά παρέκκλιση προσωρινά απασχολούμενοι στην τοπική αυτοδιοίκηση. Με αυτή την πολιτική τα τελευταία 8 χρόνια στερούνται πόροι από το πεδίο της κοινωνικής οικονομίας, με συνέπεια οι κοινωνικές επιχειρήσεις να είναι οι μόνες που δεν ενισχύονται από το κοινοτικό πλαίσιο. Έτσι όμως η σύγχρονη κοινωνία στερείται τη δυνατότητα να δημιουργήσει εναλλακτικούς τρόπους για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και εισοδήματα για τους νέους μέσα από τη ζεύξη των πόρων του Δημοσίου και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Σε μια δημοκρατική Πολιτεία ωστόσο ό,τι δεν γίνεται αντιληπτό από τα πάνω χρειάζεται η πίεση από τα κάτω για να γίνει αποδεκτό, δηλαδή από την κοινωνία των πολιτών. Χρειάζεται επομένως ένα πρόγραμμα το οποίο έχει στη λογική του να κινητοποιήσει τις επιχειρήσεις της κοινωνικής οικονομίας να συνεργαστούν σε clusters (συμπράξεις) αλλά και σε περιφερειακή κλίμακα, ενώσεις οι οποίες μπορούν να συμβάλουν ώστε να ωριμάσουν οι συνθήκες για ενισχυθεί η απασχόληση στον τρίτο τομέα της οικονομίας.

Βασίλης Τακτικός, Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Για την καταγραφή,
Δημήτρης Μιχαηλίδης, Δημοσιογράφος, «Αγρονέα»

Πηγή φώτο:'https://www.freepik.com/photos/background'

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn