anaphria-karotsi.jpg

Το δεύτερο κατά σειρά δελτίο στατιστικής πληροφόρησης του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της Ε.Σ.Α.μεΑ. στόχο έχει μια αρχική αποτύπωση και περιγραφή των βασικών μεγεθών της απασχόλησης του πληθυσμού των ατόμων με αναπηρία στην Ελλάδα.

Στο δελτίο παρουσιάζονται βασικοί δείκτες για την απασχόληση των ατόμων με αναπηρία και ειδικότερα παρουσιάζονται ο δείκτης απασχόλησης, το χάσμα απασχόλησης, ο δείκτης ανεργίας, στοιχεία για το μη ενεργό πληθυσμό με αναπηρία, καθώς και για τις εύλογες προσαρμογές στην εργασία.

Σύμφωνα με τον Πρόεδρο της Ε.Σ.Α.μεΑ. Ιωάννη Βαρδακαστάνη:

ereuna amea stentoras 11 image3

Τα βασικά ευρήματα της έρευνας για την απασχόληση του Παρατηρητηρίου της Ε.Σ.ΑμεΑ. τεκμηριώνουν με επιστημονικό τρόπο αυτό που σύσσωμο το αναπηρικό κίνημα της χώρας επισημαίνει χρόνια στις αρμόδιες αρχές, ότι τα άτομα με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις αποτελούν παρίες της εργασίας. Ο πληθυσμός των ατόμων με αναπηρία και χρόνιες παθήσεις πλήττεται σε ανησυχητικό βαθμό από το φάσμα της ανεργίας, σημαντικό μέρος του δεν έχει ενταχθεί πότε στην εργασία, ενώ το ελάχιστο ποσοστό ατόμων που κατάφερε να ενταχθεί με μεγάλη δυσκολία αντιμετωπίζουν εμπόδια και διακρίσεις καθώς δεν  τους παρέχονται καν, οι αναγκαίες για την αναπηρία τους προσαρμογές.

Για αυτό τον λόγο άμεση προτεραιότητα της ελληνικής πολιτείας πρέπει να είναι η εκπόνηση και εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής στη βάση της δικαιωματικής προσέγγισης για την ένταξη των ατόμων με αναπηρία στον κόσμο της  εργασίας και δη των νέων.

 

Βασικά ευρήματα

  • Στις παραγωγικές ηλικίες 20-64 ετών, το 14% του πληθυσμού εκτιμάται ότι αντιμετωπίζει κάποιου βαθμού αναπηρία.
  • Ο δείκτης απασχόλησης των ατόμων με σοβαρή αναπηρία στις ηλικίες 20-64 ετών υπολογίστηκε να είναι στο εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο του 24,2%.
  • Το χάσμα της απασχόλησης των ατόμων με σοβαρή αναπηρία είναι ανησυχητικά υψηλό στις κατεξοχήν παραγωγικές ηλικίες από 25 έως 54 ετών, σημειώνοντας τη μέγιστη τιμή του στην ηλικία 35-39 ετών (43,8).
  • Ο δείκτης ανεργίας στον πληθυσμό των ατόμων με σοβαρή αναπηρία 20-64 ετών βρίσκεται στο εξαιρετικά υψηλό επίπεδο του 39%, ενώ στους νέους 25-29 ετών με σοβαρή αναπηρία, ο δείκτης ανέρχεται στο 58,2%.
  • Το 60,4%  του πληθυσμού με σοβαρή αναπηρία και το 39,2% των ατόμων με μέτριο περιορισμό δραστηριότητας (20-64 ετών) δεν μετέχουν στο εργατικό δυναμικό της χώρας.
  • Το 83,7% των νέων 20-24 ετών  και το 72% των νέων 25-29 ετών με σοβαρή αναπηρία δεν έχουν ενταχθεί ποτέ στην αγορά εργασίας.

Τα άτομα με αναπηρία που έχουν κατορθώσει παρά τα εμπόδια να ενταχθούν στον κόσμο της εργασίας, αναφέρουν σε ποσοστό 84% ότι δεν τους έχουν παρασχεθεί στην εργασία, οι αναγκαίες για την αναπηρία τους προσαρμογές.

Βασικά συμπεράσματα

Το κραυγαλέο χάσμα στα επίπεδα απασχόλησης του πληθυσμού των ατόμων με αναπηρία σε σύγκριση με τον πληθυσμό χωρίς περιορισμούς/αναπηρία, τα τεράστια ποσοστά των μη ενεργών ατόμων με αναπηρία, τα ανησυχητικά ποσοστά των ανέργων και ειδικότερα του πληθυσμού των ατόμων με αναπηρία που δεν έχει ενταχθεί πότε στην εργασία αποτελούν τα βασικά συμπεράσματα του δεύτερου κατά σειρά δελτίου στατιστικής πληροφόρησης του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της Ε.Σ.Α.μεΑ., που στόχο έχει μια αρχική αποτύπωση και περιγραφή των βασικών μεγεθών της απασχόλησης του πληθυσμού των ατόμων με αναπηρία στην Ελλάδα. Τα πρωτογενή που αξιοποιήθηκαν προέρχονται από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης της ΕΛ.ΣΤΑΤ. με την αξιοποίηση των τελευταίων διαθέσιμων δεδομένων του έτους 2016.

Ανάλυση ευρημάτων

Ο πληθυσμός των ατόμων με αναπηρία 16 ετών και άνωσύμφωνα με  τον δείκτη GALI (Global Activity Limitation Index)

Στην Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης η πληθυσμιακή ομάδα των ατόμων με αναπηρία προσεγγίζεται στατιστικά με τον δείκτη GALI (Global Activity Limitation Index).

Ο δείκτης αποτυπώνει την αναπηρία ως την ύπαρξη περιορισμού ή δυσκολίας στις συνήθεις για τον πληθυσμό δραστηριότητες εξαιτίας προβλημάτων υγείας. Ειδικότερα, το ερώτημα εξετάζει εάν με βάση την προσωπική του εκτίμηση ο ερευνώμενος θεωρεί ότι έχει περιορίσει σε κάποιο βαθμό εξαιτίας κάποιου χρόνιου προβλήματος υγείας, σωματικού ή ψυχικού, καθημερινές, συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό δραστηριότητες για διάστημα μεγαλύτερο από έξι (6) μήνες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του έτους 2016 το ποσοστό των ατόμων με περιορισμό δραστηριότητας/αναπηρία ανέρχεται σε 24,7%, του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω.

  • Το 11,2% του πληθυσμού, δηλαδή 1.014.177 άτομα, αντιμετωπίζουν σοβαρή αναπηρία/ περιορισμό δραστηριότητας.
  • Πλήθος 1.217.020 ατόμων (13,5%), εκτιμάται ότι έχουν περιορίσει σε μέτριο βαθμό τη δραστηριότητά τους λόγω προβλήματος υγείας.

Το πλήθος των ατόμων με αναπηρία αυξάνεται προοδευτικά με την αύξηση της ηλικίας, με αποτέλεσμα οι 6 στους 10 με περιορισμό δραστηριότητας να ανήκουν στις ηλικιακές ομάδες άνω των 65 ετών, ενώ το 45% του πληθυσμού με αναπηρία είναι 70 ετών και άνω.

Στις παραγωγικές ηλικίες 20-64 ετών 889.389 άτομα, το 14% του πληθυσμού, εκτιμάται ότι αντιμετωπίζουν κάποιου βαθμού αναπηρία, εκ των οποίων οι 359.244 έχουν σοβαρής μορφής περιορισμό.

Δείκτης απασχόλησης και χάσμα απασχόλησης

Ο δείκτης απασχόλησης υπολογίζεται ως το ποσοστό των απασχολούμενων ατόμων στο σύνολο του πληθυσμού αντίστοιχης ηλικίας.

Στις παραγωγικές ηλικίες 20-64 ετών ο δείκτης απασχόλησης των ατόμων με σοβαρή αναπηρία υπολογίστηκε να είναι στο εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο του 24,2%, υπολείπεται δηλαδή κατά 33,4 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με την τιμή που λαμβάνει στον πληθυσμό χωρίς αναπηρία (57,6%) και υστερεί κατά 46 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τον εθνικό στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

Αξίζει δε να σημειωθεί ότι, αν αφαιρεθούν από το σύνολο των ατόμων με περιορισμούς όσοι δηλώνουν «Ακατάλληλοι για εργασία/με μόνιμη αναπηρία», το ποσοστό απασχόλησης της κατηγορίας με «σοβαρούς περιορισμούς» αυξάνεται μόνο κατά 7,6 μονάδες, φτάνοντας στο 31,8%.

Διαπιστώνεται δηλαδή ότι η υποομάδα του πληθυσμού με αναπηρία που έχει κριθεί μη δυνάμενη να εργαστεί δεν έχει σημαντική επίδραση στη διαμόρφωση των γενικών επιπέδων απασχόλησης του πληθυσμού με σοβαρούς περιορισμούς δραστηριότητας και συνεπώς η ύπαρξη της εν λόγω ομάδας σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να δικαιολογήσει το κραυγαλέο χάσμα απασχόλησης.

  1. Ανάλυση ανά ηλικία

Σε όλες τις ομάδες ηλικιών είναι επίσης εμφανής η σημασία της βαρύτητας της αναπηρίας ως προς τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν τα άτομα με περιορισμούς στην εργασιακή τους ένταξη.

Η συμμετοχή στην απασχόληση των ατόμων με σοβαρούς περιορισμούς/αναπηρία κυμαίνεται σε ένα ιδιαίτερα χαμηλό εύρος με κατώτατο ποσοστό συμμετοχής το 12,4% (στην ηλικία 60-64) και μέγιστο το 34,8% στην ηλικιακή κατηγορία 45-49 ετών.

Οι εργαζόμενοι με σοβαρή αναπηρία στην ηλικιακή ομάδα 35-39 αποτελούν μόνο το 28,4% της κατηγορίας, όταν οι εργαζόμενοι χωρίς περιορισμούς είναι το 72,2% της εν λόγω ηλικιακής ομάδας.

Οι εργαζόμενοι με σοβαρή αναπηρία στην ηλικιακή ομάδα 40-44 αποτελούν μόνο το 29,1% της κατηγορίας, όταν οι εργαζόμενοι χωρίς περιορισμούς ανέρχονται στο 71,1% της εν λόγω ηλικιακής ομάδας.

Από την ανάλυση των δεδομένων εξάγεται το ανησυχητικό συμπέρασμα ότι το χάσμα της απασχόλησης είναι εξαιρετικά εκτεταμένο στις κατεξοχήν παραγωγικές φάσεις του κύκλου ζωής των ατόμων, δηλαδή στις ηλικίες από 30 έως 50 ετών.

Στο γράφημα παρουσιάζεται ο δείκτης «χάσμα απασχόλησης πληθυσμού με σοβαρή αναπηρία», ο οποίος προκύπτει ως η διαφορά των ποσοστών των απασχολούμενων στον πληθυσμό με σοβαρούς περιορισμούς/αναπηρία και στον πληθυσμό χωρίς κανέναν περιορισμό στην καθημερινή του δραστηριότητα.

ereuna amea stentoras 11

  1. Ανάλυση ανά φύλο
    Δείκτης απασχόλησης στον πληθυσμό 20-64 ετών ανά κατάσταση περιορισμού/αναπηρίας και φύλο

Στην κατηγορία των ατόμων με σοβαρή αναπηρία το ποσοστό των ανδρών που εργάζεται είναι το 26,5% και το ποσοστό των γυναικών απασχολούμενων ανέρχεται μόλις στο 22,2%. Στην κατηγορία των ατόμων με μέτρια αναπηρία το ποσοστό των ανδρών που εργάζεται είναι 51,2%, ενώ το ποσοστό των γυναικών μόλις 36,1%. Στον πληθυσμό χωρίς περιορισμούς δραστηριότητας σημειώνεται επίσης μεγάλη διαφορά στην τιμή του δείκτη απασχόλησης, με τους απασχολούμενους να είναι το 67,8% του ανδρικού πληθυσμού 20-54 ετών και τις απασχολούμενες γυναίκες να αποτελούν το 47,5% του γυναικείου πληθυσμού.

Η ανάλυση του δείκτη απασχόλησης ανά φύλο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το χάσμα απασχόλησης ανάμεσα στα δύο φύλα μεταβάλλεται αντιστρόφως ανάλογα με τη βαρύτητα της αναπηρίας, όντας μεγαλύτερο στον πληθυσμό χωρίς κανέναν περιορισμό δραστηριότητας.

Δείκτης ανεργίας

Οι φραγμοί και τα εμπόδια που αντιμετωπίζει ο πληθυσμός με περιορισμούς δραστηριότητας/αναπηρία ως προς την εργασιακή ένταξη φανερώνονται στην ανάλυση του δείκτη της ανεργίας ανά κατάσταση περιορισμού/δραστηριότητας.

Ο δείκτης έχει υπολογιστεί ως το ποσοστό των ατόμων που αυτοπροσδιορίζονται ως άνεργοι στο σύνολο του εργατικού δυναμικού (απασχολούμενοι και άνεργοι) και ανέρχεται σε εξαιρετικά υψηλό επίπεδο στον πληθυσμό των ατόμων με σοβαρή αναπηρία, αγγίζοντας το 39%.

Στη κατηγορία των ατόμων με μέτριο περιορισμό/αναπηρία άνεργοι είναι το 29,3%, ενώ στον πληθυσμό χωρίς αναπηρία η ανεργία εκτιμάται στο 24,6%.

  1. Ανάλυση ανά ηλικία
    Δείκτης ανεργίας ανά κατάσταση περιορισμού/αναπηρίας και ηλικία

ereuna amea stentoras 11 image2

Ο δείκτης ανεργίας λαμβάνει τη μέγιστη τιμή στους νέους με σοβαρή αναπηρία 25-29 ετών, όπου υπολογίστηκε να είναι 58,2%.

Στους νέους με σοβαρό περιορισμό/αναπηρία 20-24 ετών εμφανίζεται η δεύτερη υψηλότερη τιμή του δείκτη ανεργίας. Ωστόσο στη συγκεκριμένη ηλικιακή κατηγορία η ανεργία κυμαίνεται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα της τάξεως του 50% σε όλες τις κατηγορίες του πληθυσμού ανεξάρτητα από την κατάσταση αναπηρίας (σοβαρός περιορισμός: 49,2%, μέτριος περιορισμός: 53,4%, κανένας περιορισμός: 49,5%), κάτι που συνδέεται και με το έντονο εργασιακό μειονέκτημα που αντιμετωπίζουν όλοι οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας σε συνθήκες οικονομικής ύφεσης.

Σε όλες τις υπόλοιπες ηλικίες τα άτομα με αναπηρία και ειδικά η κατηγορία με σοβαρής μορφής περιορισμό εμφανίζουν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά ανεργίας. Εξαιρετικά υψηλά είναι τα ποσοστά ανεργίας των ηλικιών από 25 έως και 39 ετών, καθώς σε όλες τις περιπτώσεις ο δείκτης υπερβαίνει το 40%. Στους νέους 25-29 ετών άνεργοι δηλώνουν το 58,2% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 40,9% των ατόμων χωρίς αναπηρία. Στους 30-34 ετών άνεργοι είναι το 47,4% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 27,4% των ατόμων χωρίς αναπηρία. Στους 35-39 ετών άνεργοι είναι το 43,2% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία που μετέχουν στο εργατικό δυναμικό της χώρας και το 20,8% των ατόμων χωρίς αναπηρία.

  1. Ανάλυση ανά φύλο

Τα πρόσθετα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην εργασιακή τους ένταξη αποτελούν παράγοντες που δυσχεραίνουν την ήδη άνιση θέση των γυναικών με αναπηρία στην αγορά εργασίας. Οι γυναίκες με σοβαρή αναπηρία εμφανίζουν ποσοστό ανεργίας της τάξεως του 40%, ενώ οι γυναίκες άνεργες χωρίς περιορισμό ανέρχονται στο 28,9%.

Ωστόσο, όπως ήδη αναφέρθηκε στην ανάλυση του δείκτη απασχόλησης, η επίδραση της αναπηρίας ως παράγοντα εργασιακού αποκλεισμού είναι πολύ ισχυρότερη από τη διάκριση του φύλου, με αποτέλεσμα το ποσοστό των άνεργων γυναικών με σοβαρή αναπηρία να είναι μόνο κατά 2 μονάδες υψηλότερο από των ανδρών της ίδιας κατηγορίας (39,7% και 37,9% αντίστοιχα).

Μη ενεργός πληθυσμός

Ως μη ενεργός πληθυσμός ορίζεται ο πληθυσμός ηλικίας 20-64 ετών που δεν μετέχει στο εργατικό δυναμικό της χώρας είτε ως απασχολούμενος είτε ως άνεργος.

Το 60,4% (216.984 άτομα) του πληθυσμού των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 39,2% των ατόμων με μέτριο περιορισμό δραστηριότητας (207.644 άτομα) εκτιμάται ότι δεν μετέχουν στο εργατικό δυναμικό της χώρας, ενώ στον πληθυσμό των ατόμων χωρίς αναπηρία οι μη ενεργοί οικονομικά ανέρχονται στο 23,7% (1.293.406 άτομα).

Ο μη ενεργός πληθυσμός των ατόμων με σοβαρή αναπηρία κατατάσσεται σε ποσοστό 39,6% στην κατηγορία «ακατάλληλος για εργασία», σε ποσοστό 33,4% στην κατηγορία των «συνταξιούχων» και ακολουθεί με ποσοστό 24% στο σύνολο των μην ενεργών ατόμων με σοβαρή αναπηρία ή σε ομάδα των ατόμων που δηλώνουν ως κύρια ασχολία τις «οικιακές εργασίες».

  1. Ανάλυση ανά ηλικία

Η ανάλυση του μη ενεργού πληθυσμού ανά κατάσταση περιορισμού/αναπηρίας και ηλικία, όπου καθίστανται εμφανές ότι σε όλες τις ομάδες ηλικιών με σοβαρή αναπηρία εμφανίζονται ποσοστά μη ενεργών ατόμων άνω του 40%.

Στους νέους 20-24 ετών διαπιστώνεται υψηλό ποσοστό αποχής από το εργατικό δυναμικό για όλες τις κατηγορίες ανεξαρτήτως της κατάστασης περιορισμού/αναπηρίας (57,9% στα άτομα με σοβαρούς περιορισμούς και 52,3% στον πληθυσμό χωρίς περιορισμούς), γεγονός που εξηγείται εν μέρει από τη συνεχιζόμενη εμπλοκή των νέων στη διαδικασία της εκπαίδευσης.

Τα επίπεδα μη συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό συγκλίνουν με αυτά του πληθυσμού χωρίς αναπηρία επίσης στην περίπτωση της μεγαλύτερης ηλικιακής ομάδας που εξετάζεται στους 60-64 ετών.

Στους νέους 25-29 ετών μη ενεργοί είναι το 58,6% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 13,5% των ατόμων χωρίς αναπηρία. Στους 30-34 ετών μη ενεργοί είναι το 45,1% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 8,9% των ατόμων χωρίς αναπηρία. Στους 35-39 ετών μη ενεργοί είναι το 50% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 8,9% των ατόμων χωρίς αναπηρία. Στους 40-44 ετών μη ενεργοί είναι το 55,7% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 10,2% των ατόμων χωρίς αναπηρία. Στους 45-49 ετών μη ενεργοί είναι το 46,1% των ατόμων με σοβαρή αναπηρία και το 14% των ατόμων χωρίς αναπηρία.

Άτομα με περιορισμό δραστηριότητας 20-64 ετών που δεν έχουν εργαστεί ποτέ

Στον πληθυσμό με σοβαρή αναπηρία το 83,7% των νέων 20-24 ετών, το 72% των νέων 25-29 ετών, καθώς και το 55,5% των ατόμων ηλικίας 30-34 δεν έχουν καμία εργασιακή εμπειρία.

Η αναπηρία σε συνδυασμό με τη μη δυνατότητα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας, τη μακροχρόνια ανεργία, αλλά και τα εκπαιδευτικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι νέοι με αναπηρία συνθέτουν την εικόνα ενός νέου σε ηλικία πληθυσμού, πλήρως αποκλεισμένου από τη δυνατότητα αξιοπρεπούς εργασίας και διαβίωσης.

Εύλογες προσαρμογές στην εργασία

Τα άτομα με αναπηρία που έχουν κατορθώσει να ενταχθούν στον κόσμο της εργασίας αντιμετωπίζουν διαφορετικής φύσεως εμπόδια και διακρίσεις, καθώς στην πλειονότητά τους δεν τους έχουν παρασχεθεί οι απαραίτητες για την αναπηρία τους διευκολύνσεις και προσαρμογές.

Στο σύνολο του εργαζόμενου πληθυσμού (που είτε εργάζεται σήμερα είτε έχει εργαστεί στο παρελθόν) που δηλώνει ότι έχει αναπηρία λόγω της οποίας χρειάζεται/όταν προσαρμογές είτε στον χώρο είτε/και στις συνθήκες εργασίας μόνο το 7,7% απαντά ότι έχει πράγματι γίνει στην εργασία του οι αναγκαίες προσαρμογές, ενώ το 8,3% αναφέρει ότι έχουν ικανοποιηθεί εν μέρει οι σχετικές ανάγκες. Αντιθέτως το 84% των εργαζομένων με αναπηρία αναφέρουν ότι δεν τους έχουν παρασχεθεί στην εργασία οι αναγκαίες για την αναπηρία τους προσαρμογές.

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn