aerodromio.JPG

Η κρίση και οι επιπτώσεις της ξεσπίτωσαν μία ολόκληρη γενιά επιστημόνων και νέων εργαζομένων, οι οποίοι, μπροστά στην αναζήτηση μίας καλύτερης ζωής, βρήκαν διέξοδο στο εξωτερικό. Μία γενιά που στην Ελλάδα εθεωρείτο σίγουρα χαμένη, με τις προοπτικές σε όλες τις πτυχές της ζωής της να μοιάζουν δυσοίωνες. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, από το 2008 μέχρι το 2016 είχαν φύγει πάνω από 400.000 Έλληνες ηλικίας 15-64 χρονών. Το κύμα της μετανάστευσης δεν φαίνεται να έχει σταματήσει και δεν φαίνεται ότι σύντομα θα υπάρχει ανακοπή αυτής της τάσης.

Οι περισσότεροι που φεύγουν προς αναζήτηση μίας καινούργιας στέγης δεν το πράττουν ηθελημένα. Οι δυνατότητες απορρόφησης στην ελληνική οικονομία και στις ελληνικές επιχειρήσεις υψηλά καταρτισμένου προσωπικού είναι περιορισμένες. Αν και αρχικά φεύγουν απλώς για ένα μεταπτυχιακό, που θα τους δώσει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλους, εν τέλει καταλήγουν να μένουν.

Όπως δηλώνει η Εύη Γυφτάκη: «Αρχικά έφυγα για να κάνω μεταπτυχιακό και στη συνέχεια έμεινα για να βρω δουλειά. Γνώριζα προς το τέλος των φοιτητικών μου χρόνων ότι δεν θα είχα πολλές επιλογές για δουλειά στην Ελλάδα, οπότε αποφάσισα ότι το Ηνωμένο Βασίλειο ήταν μία καλή επιλογή για μεταπτυχιακό και δουλειά». Πλέον η ίδια απασχολείται ως graduate structural engineer στην εταιρία McFarland Associates Ltd.

Κάπως έτσι έφυγε και ο Παναγιώτης Μ: «Ο λόγος που έφυγα ήταν για να κάνω μεταπτυχιακές σπουδές και η απόφαση πάρθηκε εύκολα, αφού έκανα τη σχετική έρευνα επί πολλούς μήνες και ρωτώντας άτομα που ήδη βρίσκονταν σε άλλες χώρες. Το επίπεδο και η οργάνωση των πανεπιστημίων όπου στόχευα, η διεθνής εμπειρία σε κοινωνικό επίπεδο και η πληθώρα ελκυστικών επαγγελματικών ευκαιριών ήταν οι κύριοι λόγοι που με ώθησαν σε αυτή την απόφαση».

Η έλλειψη του επιστημονικού προσωπικού, το λεγόμενο «brain drain», είναι περισσότερο από εμφανές σήμερα. Αποτελεί άλλωστε έναν από τους κυριότερους προβληματισμούς και αυτό είναι που πρέπει να μας ανησυχεί για την πορεία της χώρας. Το μεταναστευτικό κύμα που δημιουργήθηκε πριν από μία δεκαετία περίπου με προορισμούς κυρίως την Ευρώπη και την Αμερική εμπεριέχει άτομα με διδακτορικά και μάστερ. Άρα δεν είναι μόνο ποσοτικό το πλήγμα, αλλά και ποιοτικό. Νέοι άνθρωποι που έφυγαν στα πιο παραγωγικά χρόνια της ζωής τους με διάθεση για εργασία, για προσφορά και για δημιουργία. Το επιστημονικό αυτό προσωπικό είναι πολύ σημαντικό για την ανάπτυξη της χώρας και η έλλειψή του μας έχει δώσει δείγματα γραφής.

«Υπάρχει αξιοκρατία σε μεγάλο βαθμό, πολλές ευκαιρίες…»

Η Ελλάδα όμως δεν έχει μόνο πρόβλημα στην απορρόφηση υψηλά καταρτισμένου προσωπικού, αλλά κουβαλά παθογένειες δεκαετιών τόσο στον δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα. Διαφθορά και αξιοκρατία ήταν ανέκαθεν κάποιες προβληματικές που ταλάνιζαν τη χώρα. Πολιτικά σκάνδαλα, διαπλεκόμενοι βουλευτές, κατά παραγγελία διορισμοί και οικονομικές ανταλλαγές ανέκαθεν υπήρχαν στην επικαιρότητα. Όπως δηλώνει ο Γιώργος Ε.: «Έχω κουραστεί από αυτή την κατάσταση. Όλοι ξέρουμε ότι υπάρχει διαφθορά, ακόμα και αν συνήθως δεν τιμωρείται κανένας. Στο εξωτερικό ως επί το πλείστον δεν υπάρχει αυτή η κατάσταση. Υπάρχει αξιοκρατία σε όλους τους τομείς. Αν αξίζεις μία θέση με βάση τα προσόντα σου, θα σε προσλάβουν».

Ο ίδιος, έχοντας ως οδηγό το παραπάνω, έκανε το μεγάλο βήμα να φύγει πριν 6 χρόνια, και πλέον απασχολείται ως επιστημονικό προσωπικό σε πανεπιστήμιο της Δανίας, σε ευρωπαϊκά ερευνητικά projects της UEFA, για ανάλυση τεχνικοτακτικών στοιχείων στο τελευταίο ευρωπαϊκό κύπελλο, αλλά και της επίδρασης του ποδοσφαίρου σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες με ιατρικά προβλήματα.

Η παραπάνω άποψη όχι μόνο δεν είναι μοναδική, αλλά αντίθετα αποτελεί την επικρατούσα. Ο Παναγιώτης Μ. εδώ και 5 χρόνια διαμένει στο Ηνωμένο Βασίλειο και συγκεκριμένα στο Λονδίνο και δουλεύει για την εταιρία Capita ως data analyst. Ο ίδιος είναι ευχαριστημένος με την κατάσταση που επικρατεί έξω: «Αδιαμφισβήτητα είναι καλύτερα σε όλα τα επίπεδα, τουλάχιστον σε τομείς που γνωρίζω. Υπάρχει αξιοκρατία σε μεγάλο βαθμό, πολλές ευκαιρίες και κάποιος με γνώσεις, με δεξιότητες και υπομονή θα καταφέρει να βρει αυτό που θέλει. Ίσως αυτό να ισχύει σε πολύ μικρότερο βαθμό για θέσεις πωλήσεων σε καταστήματα λιανικής, αλλά και πάλι υπάρχουν ευκαιρίες επαγγελματικής εξέλιξης».

Υπάρχει ακόμα ελπίδα να γυρίσει αυτή η γενιά;

Όλοι αυτοί που έφυγαν έχουν σκοπό να επιστρέψουν; Αυτό είναι το βασικό ερώτημα. Ένα μεγάλο ποσοστό δηλώνει αντίθετο στο να επιστρέψει σήμερα στην Ελλάδα ακόμα και αν του παρεχόταν μία σίγουρη, σταθερή θέση εργασίας. Όπως δήλωσε η Εύη Γυφτάκη: «Δεν νιώθω ότι έχω ολοκληρώσει ακόμα τον κύκλο μου εδώ, οπότε δεν θα γύριζα. Νομίζω ότι για μία θέση στο δημόσιο θα επέστρεφε κάποιος που το μόνο που τον κρατούσε στο εξωτερικό θα ήταν απλά μία μέτρια δουλειά και τίποτα άλλο. Όταν όμως μετά από καιρό έχεις καταφέρει να εργάζεσαι, να είσαι δημιουργικός, να έχεις αποκτήσει καινούργιες παρέες, μία ωραία καθημερινότητα και παράλληλα μπορείς να επισκέπτεσαι το σπίτι σου στην Ελλάδα τρεις φορές τον χρόνο, νομίζω ότι δεν έχεις κάποιο λόγο να επιστρέψεις αύριο».

Συνεχίζοντας η ίδια δηλώνει: «Πάντως, αν με ρωτάς, τελευταία είμαστε όλοι πολύ προβληματισμένοι, γιατί φαίνεται ότι τα προβλήματα αυτής της υπέροχης χώρας μας, αντί σιγά σιγά να λύνονται, μάλλον πιο επικίνδυνα γίνονται. Νομίζω πως αυτό που όλοι σημειώνουν εν τέλει είναι η ανεπάρκεια των πολιτικών επιλογών της χώρας μας».

Στο ίδιο μήκος κύματος βρίσκεται και ο Διονύσης, ο οποίος πλέον απασχολείται ως software engineer στο Ηνωμένο Βασίλειο: «Οπωσδήποτε κάτι τέτοιο δεν είναι στα άμεσα πλάνα μου και δεν είναι κάτι που σκέφτομαι να κάνω στο κοντινό μέλλον, αλλά δεν αποκλείω ότι κάποτε θα γυρίσω στην Ελλάδα».

Το δυστυχές για εμάς είναι ότι η γενιά που έφυγε γαλουχήθηκε με διαφορετικές αξίες. Το όνειρο του δημοσίου πλέον έχει ξεθωριάσει και δεν αποτελεί όχι μόνο προτεραιότητα, αλλά και μία συνολικότερη επιλογή για τον Παναγιώτη Μ.: «Αυτό είναι κάτι ασύμβατο με τις φιλοδοξίες μου και με την ιδέα που έχω για το ποια θα έπρεπε να είναι η νοοτροπία στην Ελλάδα, επομένως όχι. Στην παρούσα κατάστασή του το δημόσιο έλκει άτομα που επιδιώκουν μόνο τη μονιμότητα και τις εύκολες λύσεις, που σημαίνει απροθυμία για προσφορά, συνεχή βελτίωση και διάθεση για αλλαγή. Εξαιρούνται οι λίγες εξαιρετικές περιπτώσεις των δημοσίων υπαλλήλων που μάχονται και καινοτομούν καθημερινά, τους οποίους θαυμάζω. Θεωρώ ότι στην Ελλάδα λείπει το επιχειρείν και ιδανικά θα ήθελα να γυρίσω για να φτιάξω τη δική μου επιχείρηση παρά να είμαι υπάλληλος».

Πλέον βρισκόμαστε σε μία φάση που είναι αναγκαίο να σταματήσει η αιμορραγία. Πρέπει να αλλάξουμε προσανατολισμό ως χώρα.  Η Ελλάδα μπορεί, παρά την κρίση που περνάμε, και οφείλει να ασκήσει μία διαφορετική πολιτική. Πρέπει η χώρα μας να γίνει ανταγωνιστική σε όλα τα επίπεδα σε σχέση με τις ανεπτυγμένες χώρες.

 

Απόστολος Ζαβιτσάνος
Δημοσιογράφος – «Στέντορας»

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn