agapi-02.jpg

 

Όταν ένα παιδί γεννιέται, οι γονείς αναλαμβάνουν μια νέα ευθύνη, για την οποία ποτέ πριν δεν είχαν καμία εκπαίδευση ή προετοιμασία. Γίνονται τα σημαντικότερα πρόσωπα στη ζωή του παιδιού τους και καλούνται όχι μόνο να το φροντίσουν, αλλά και να το βοηθήσουν να διαμορφώσει την προσωπικότητά του και να εισέλθει στην ενηλικίωση ως ώριμο, υπεύθυνο και αυτόνομο άτομο. Αναπόφευκτα, δημιουργούν όνειρα για εκείνο, όπου το φαντάζονται υγιές, επιτυχημένο και ευτυχισμένο.

Υπάρχουν όμως περιπτώσεις όπου τα όνειρα αυτά δεν σταματούν εκεί. Σταδιακά, γίνονται πιο συγκεκριμένα και περιλαμβάνουν το «ιδανικό» επάγγελμα, τον «ιδανικό» σύντροφο, την «ιδανική» συμπεριφορά και μια ζωή έτσι όπως εκείνοι την έχουν φανταστεί· μια ζωή που πιθανότατα θα διαφέρει από αυτήν που το ίδιο το παιδί θα επιλέξει μεγαλώνοντας. Όλα αυτά τα όνειρα μετατρέπονται σε προσδοκίες, οι οποίες προβάλλονται πάνω στο παιδί, συχνά με αρνητικές συνέπειες για την προσωπικότητά του.

Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η τάση των γονέων για υπερπροστασία. Οι γονείς ανησυχούν –και δικαίως– όχι μόνο για τη σωματική αλλά και για την ψυχική υγεία του παιδιού τους. Σε συνδυασμό με τα όνειρα που αναφέρθηκαν, προσπαθούν να το προφυλάξουν από κάθε «κακοτοπιά»: να μη χτυπήσει, να μην κλάψει, να μην παρασυρθεί, να μην επιλέξει «λάθος» επάγγελμα, «λάθος» σύντροφο κ.ο.κ. Με τον τρόπο αυτό, όμως, του στερούν κάθε πρωτοβουλία, αποφασίζουν εκείνοι για το ίδιο και βιάζονται να ικανοποιήσουν κάθε του ανάγκη, ώστε να μην ταλαιπωρηθεί.

Πόσο λειτουργική είναι όμως μια τέτοια συμπεριφορά;

Οι γονείς που σπεύδουν να καλύψουν όλες τις ανάγκες του παιδιού, του μεταδίδουν το μήνυμα της δικής του ανεπάρκειας. Σταδιακά, εκείνο μαθαίνει ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνο του, βιώνει πλήγμα στην αυτοεκτίμησή του και υιοθετεί μια εξαρτημένη, παθητική στάση απέναντι στον κόσμο, τον οποίο αντιλαμβάνεται ως απειλητικό. Έτσι, καταφεύγει διαρκώς στην οικογένεια, ως πηγή ασφάλειας και προστασίας, κάθε φορά που συναντά μια δυσκολία. Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που, ακόμα και ως ενήλικοι, τα παιδιά αυτά δυσκολεύονται να αποχωριστούν τους γονείς τους και να αυτονομηθούν. Ακόμα κι αν δημιουργήσουν δική τους οικογένεια, νιώθουν μπερδεμένα και αδύναμα να δεσμευτούν ουσιαστικά σε αυτήν, καθώς έχουν πάντα ως σημείο αναφοράς την οικογένεια καταγωγής, από την οποία ζητούν συμβουλή και γνώμη σε κάθε νέο εγχείρημα. Συχνά παραμένουν εξαρτημένα ακόμη και οικονομικά από τους γονείς τους, αφού κανένα επάγγελμα δεν τους φαίνεται «αρκετό» για να ανταποκριθεί στις υψηλές προσδοκίες με τις οποίες μεγάλωσαν. Όταν δε οι γονείς φύγουν από τη ζωή, είναι πιθανό τα άτομα αυτά να αναζητήσουν νέες εξαρτητικές σχέσεις για να επιβιώσουν συναισθηματικά ή να προσκολληθούν ακόμα περισσότερο σε υπάρχουσες σχέσεις εγγύτητας.

Αγάπη... ή μήπως κάτι άλλο;

Αν θεωρήσουμε δεδομένο ότι όλοι οι γονείς αγαπούν τα παιδιά τους και δρουν με καλή πρόθεση, ίσως χρειάζεται να εξετάσουμε γιατί τελικά, μέσα από την υπερβολική φροντίδα και προστασία, κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό. Είναι πράγματι η ανάγκη τους να προφυλάξουν το παιδί ή μήπως ο ασυνείδητος φόβος ότι θα απομακρυνθεί από κοντά τους και εκείνοι θα μείνουν συναισθηματικά κενοί και μόνοι; Η απάντηση, πιθανότατα, είναι και τα δύο.

Η γέννηση ενός παιδιού δίνει ένα νέο ρόλο στον άνδρα ή στη γυναίκα, ρόλο που τους καθορίζει σε όλη τους τη ζωή. Όταν, όμως, εξαιτίας αυτού του ρόλου παραμελούν ή εγκαταλείπουν τους υπόλοιπους που μέχρι πρότινος κατείχαν, το παιδί καταλήγει να είναι η μοναδική πηγή χαράς και ικανοποίησης. Η αυτονόμηση και απομάκρυνσή του τότε μοιάζει με τρομακτικό σενάριο που οδηγεί στη δυστυχία. Οι φόβοι για πιθανούς κινδύνους μπορεί να έχουν κάποια αντικειμενική βάση, ωστόσο συχνά λειτουργούν ως δικαιολογία για την υπερβολική φροντίδα και εμποδίζουν το παιδί να οδηγηθεί προς την ανεξαρτησία. Και ενώ όλοι οι γονείς δηλώνουν ότι επιθυμούν το παιδί τους να φύγει και να ακολουθήσει μια αυτόνομη πορεία, στην ερώτηση «Πώς θα είναι η δική σας ζωή μετά;» οι περισσότεροι τρομάζουν – και αρκετοί δεν το έχουν σκεφτεί ποτέ. Ακριβώς αυτή η δυσκολία τους να φανταστούν τη ζωή τους χωρίς το παιδί είναι που γεννά τις σχέσεις εξάρτησης μέσα στην οικογένεια.

Σε τέτοιες οικογένειες, τα παιδιά που θα καταφέρουν να απομακρυνθούν συχνά κατηγορούνται έμμεσα για προδοσία, βιώνοντας απόρριψη και θυμό. Δεν είναι λίγες οι φορές που απαιτείται ψυχοθεραπεία, ώστε να καταφέρουν να απεμπλακούν πραγματικά από τον ασφυκτικό κλοιό της γονεϊκής «αγάπης» και να ζήσουν μια ζωή απαλλαγμένη από τα φαντάσματα των ενοχών με τα οποία μεγάλωσαν.

Σε κάθε περίπτωση, και οι δύο πλευρές δυσκολεύονται και βιώνουν δυσάρεστα συναισθήματα. Η οικογενειακή θεραπεία, όταν ξεκινήσει από νωρίς, κατά την παιδική ηλικία, μπορεί να συμβάλει στην απαραίτητη ισορροπία, ώστε όλα τα μέλη να απολαμβάνουν σχέσεις εγγύτητας, διατηρώντας ταυτόχρονα την προσωπική ελευθερία και το δικαίωμα επιλογής.

✍️ Γράφει
Ιωάννα Κούρια
Ψυχολόγος (MSc), Ψυχοθεραπεύτρια – Τραυματοθεραπεύτρια
🌐 www.ioannakouria.gr
📧 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Share this post

Submit to DeliciousSubmit to DiggSubmit to FacebookSubmit to Google PlusSubmit to StumbleuponSubmit to TechnoratiSubmit to TwitterSubmit to LinkedIn